Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2007

Τελετή βράβευσης 26ου Διαγωνισμού της Π.Ε.Λ.


Πραγματοποιήθηκε χθες, Κυριακή 9 Δεκεμβρίου και ώρα 10.15 πμ, η τελετή βράβευσης των διακριθέντων λογοτεχνών στον 26ο Πανελλήνιο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό της Π.Ε.Λ. (Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών). Η τελετή έγινε στο Πνευματικό Κέντρο Αθηνών και, παρά τις άσχημες πρωινές καιρικές συνθήκες, η προσέλευση ήταν μεγάλη και η αίθουσα «Αντ. ΤΡΙΤΣΗΣ» πλήρης.
Οι λογοτέχνες που παρεβρέθησαν είχαν έρθει από όλα τα σημεία της Ελλάδας (αναγράφω παρακάτω όλα τα ονόματα των βραβευθέντων καθώς και τον τόπο καταγωγής τους), με ιδιαίτερα αξιοσημείωτη την συμμετοχή και την παρουσία των ομότεχνων από Κύπρο!
Η δική μου παρουσία εκεί οφείλεται στο διήγημα μου ‘Η αναδρομή’ και το Γ’ βραβείο που κέρδισε στην αντίστοιχη κατηγορία. Λόγω του ότι είχα παρεβρεθεί και πέρυσι στην τελετή, εξαιτίας της βράβευσης του διηγήματος μου ‘Το ασανσέρ’, οι φετινές μου εντυπώσεις ήταν όπως ακριβώς και οι περσινές: Πολύ καλή οργάνωση, ευχάριστο κλίμα, αλλά και απουσία ακόμα μιας φοράς του Internet από τα δρώμενα. Δηλαδή, πέρα από την ανακοίνωση του διαγωνισμού και των αποτελεσμάτων αυτού σε διάφορες ιστοσελίδες λογοτεχνίας, θεωρώ πως η Π.Ε.Λ. θα έπρεπε να έχει μια δικιά της ιστοσελίδα, με ειδήσεις, βιογραφικά των μελών και αναρτήσεις όλων των βραβευθέντων κειμένων των διαγωνισμών της.
Συνέβησαν δύο ακόμα αξιοσημείωτα γεγονότα στον φετινό διαγωνισμό και που αξίζουν ιδιαίτερης αναφοράς:
Καταρχήν, η απονομή Α’ βραβείου Παραμυθιού στο κείμενο με τίτλο ‘Το δάσος της τεμπελιάς και το δάσος της τρεχάλας’, το οποίο μάλιστα κέρδισε και ιδιαίτερα κολακευτικά σχόλια από την επιτροπή, με ένα όμως μειονέκτημα: δεν υπήρχαν τα στοιχεία του συγγραφέα! Ο αποστολέας ήταν ανώνυμος και έτσι στάθηκε αδύνατον να ενημερωθεί για την βράβευση του. Αν λοιπόν διαβάσει αυτή την είδηση, ας επικοινωνήσει με τα γραφεία της ΠΕΛ ώστε να παραλάβει το βραβείο του.
Το δεύτερο γεγονός είναι πως στην κατηγορία Μυθιστόρημα δεν δόθηκε Α’ και Β’ βραβείο αλλά μόνο το Γ’ και ένας έπαινος, αφού θεωρήθηκε από την επιτροπή πως δεν υπήρξαν συμμετοχές τέτοιου επιπέδου. Αν μη τι άλλο, αυτό δείχνει μια αυστηρή κριτική και ένα σεβασμό της Π.Ε.Λ. προς τις αξίες που διέπουν τον συγκεκριμένο διαγωνισμό.
Αναλυτικά οι βραβευθέντες (και ευχαριστώ την πρόεδρο του διαγωνισμού και Επίτιμη Πρόεδρο της Π.Ε.Λ., Βίβιαν Γιαννούδη Αυγερινού που μου παραχώρησε τη λίστα) είναι οι εξής:

ΠΟΙΗΣΗ

Α’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Γεώργιος Μαρινάκης, Αθήνα, ‘Το κάστρο’
Β’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Ζαχαρίας Προδρόμου, Θεσσαλονίκη, ‘Φοβάμαι’
Γ’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Ανδρομάχη Διαμαντοπούλου - Φιλιππίδου, Θάσος, ‘Υμνοι στην γυναίκα»
Γ’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Ευτυχία Καπαρδέλη, Πάτρα, ‘Το ρόδο της αγάπης’
Γ’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Κωνσταντίνος Ζαχαρόπουλος, Αθήνα, ‘Επίφαση’
Γ’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Ανδρή Χριστοφίδου - Αντωνιάδου, Λεμεσός Κύπρου, ‘Ειδώλεια’
Γ’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Μαρία Παύλου - Bristol, Αγγλία, ‘Ορέστειες’
Γ’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Πέννυ Μηλιά, Αθήνα, (χωρίς τίτλο)
Γ’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Ιωάννης Σιδηρόπουλος, Κατερίνη, ‘Ασμα δοξαστικό για την Ελπίδα’
Γ’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Βέρα Κλαρέβα, Αθήνα, ‘Αλησμόνητη πατρίδα Σμύρνη’
Γ’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Σταύρος Καλυβιώτης, Καλαμάτα, ‘Ηλιοστάλακτη οπτασία της άνοιξης’
ΈΠΑΙΝΟΣ: Μαρία Χαιρετάκη, Ηράκλειο Κρήτης, ‘Επίλογος’
ΈΠΑΙΝΟΣ: Φρόσω Παυλίδου, Θεσσαλονίκη, «Μεταξύ κατεργαρέων ειλικρίνεια’
ΈΠΑΙΝΟΣ: Τριαντάφυλλος Σιδέρης, Θεσσαλονίκη, ‘Δικαίωμα’
ΈΠΑΙΝΟΣ: Δημήτριος Βαμβακάρης, Αδάμας Μήλου – Κυκλάδες, ‘Το μικρό λουλούδι’
ΈΠΑΙΝΟΣ: Στέλλα Γιανναδάκη, Θεσσαλονίκη, ‘Ταξίδι στο Θάνατο’
ΈΠΑΙΝΟΣ: Χρυστάλλα Ελευθερίου, Λειβάδια Λάρνακας Κύπρου, ‘Καρπασία, γη ηρώων και αγίων’
ΈΠΑΙΝΟΣ: Πανίκος Λιμνατίτης, Λεμεσός Κύπρου, ‘Αγρότισσα της Κύπρου’
ΈΠΑΙΝΟΣ: Τζένη Βλάχου - Κουφοπούλου, Αθήνα, ‘Αρχάγγελοι του ωραίου’


ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ

Γ’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Κατερίνα Παπαδριανού Κορδαρη, ‘1715’
ΈΠΑΙΝΟΣ: Ταβουλάρης Νικόλαος, Αθήνα, ‘Ώρα μηδέν’


ΝΟΥΒΕΛΑ

Α’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Χαριτίνη Ξύδη, ‘Η ίρμα των δαιμονίων’
Α’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Έλενα Βασιλάκη, ‘Στο μονόδρομο ενός μερόνυχτου’
Β’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Ελένη Χριστοφοράτου, ‘Ο θεατής’
Β’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Ελένη Λαμνάτου, ‘Οι μνήμες της απουσίας’
Γ’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Νίκος Ταβουλάρης, Αθήνα , ‘Ο γυρισμός’
ΈΠΑΙΝΟΣ: Ελένη Λύτρα - Χαραρά, ‘Η έκπληξη’
ΈΠΑΙΝΟΣ: Διονύσης Λεϊμονής, ‘Στ’ αλώνια της αγάπης’
ΈΠΑΙΝΟΣ: Ευαγγελία Ρουμελιώτου - Δαρσινού, ‘Καληνύχτα κύριε Λέων’


ΔΙΗΓΗΜΑ

Α’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Φώτης Μεταλληνός, Αθήνα, ‘Η όπερα των βαστάζων’
Α’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Λίζα Ευαγγέλου, Αθήνα, ‘Λι Γιέν’
Β’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Φωτεινή Γκούμα, Λάρισα, ‘Γέροντα ευλογείτε’
Γ’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Νίκος Κρητικού, Κόρινθος, ‘Η αναδρομή’
Γ’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Νικολέττα Παπατόλη, Αθήνα, ‘Κέπερηλ’
ΈΠΑΙΝΟΣ: Ανδρομάχη Διαμαντοπούλου - Φιλιππίδου, Θάσος, ‘Εσωτερική σκάλα’
ΈΠΑΙΝΟΣ: Γεώργιος Πετούσης, Λεμεσός Κύπρου, ‘Οι κουρούπετζοι και η γυμνή τσιγγάνα’
ΈΠΑΙΝΟΣ: Μαρίζα Κελεσίδου, Ξάνθη, ‘Μια νύχτα στο φως’
ΈΠΑΙΝΟΣ: Χρήστος Μαρούλης, Αθήνα, ‘Πορφυρό ποτάμι’
ΈΠΑΙΝΟΣ: Ελένη Χριστοφοράτου, Αθήνα, ‘Πέταλα στο χώμα’
ΈΠΑΙΝΟΣ: Ελένη Γιαννοπούλου, Αθήνα, ‘Η Πηνελόπη συναντά τον Μπουκόφσκι στη Νέα Ιωνία’
ΈΠΑΙΝΟΣ: Ιωάννης Σιδηρόπουλος, Κατερίνη, ‘Όταν πουλήσαμε τον Καίσαρα’
ΈΠΑΙΝΟΣ: Χριστόφορος Κελάρης, Λεμεσός Κύπρου, ‘Στα χέρια του ζωντανού Θεού’


ΔΟΚΙΜΙΟ

Α’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Στέλιος Γιαμουρέλος, Αθήνα, ‘Μεταμορφώσεις... 9η Biennale’
Β’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Νίκος Ταβουλάρης, Αθήνα, ‘Αρχαίο Ελληνικό Πνεύμα και επιστήμη’
Γ’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Γεώργιος Μαρινάκης, Αθήνα, ‘Αυτοσχεδιασμός και αυτοκριτική’
ΈΠΑΙΝΟΣ: Δημήτρης Καπετανάκης, ‘Αποχαιρετώντας την ευτυχία’


ΘΕΑΤΡΙΚΟ

Α’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Ιωάννης Σιδηρόπουλος, Κατερίνη, ‘Αλκιβιάδης’
Β’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Ιωάννης Μποζίκης, Αθήνα, ‘Ντενίζ Γιοκσούν Χιουσελίν’
Β’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Αννέλη Ξηρογιάννη, Αθήνα, ‘Somothoss θα πει μοναξιά’
ΈΠΑΙΝΟΣ: Αναστασία Γαβρήλου, Ναύπλιο, ‘Δελτίο καιρού’


ΠΑΡΑΜΥΘΙ

Α’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Δεν υπάρχουν στοιχεία, ‘Το δάσος της τεμπελιάς και το δάσος της τρεχάλας’
Β’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Διονύσης Λεϊμονής, Βόλος, ‘Θάμα και αντίθαμα’
Β’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Όλγα Ρουβήμ - Κωνσταντίνου, Λευκωσία Κύπρου, ‘Το δρομάκι της ξεγνοιασιάς’
Γ’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Ιωάννα Λαμπρινίδου, Αθήνα, ‘Μια νότα ταξιδεύει’
Γ’ ΒΡΑΒΕΙΟ: Γεώργιος Νικολόπουλος, Αθήνα, ‘Οι τέσσερις’
ΈΠΑΙΝΟΣ: Γεώργιος Γρηγοράκης, ‘Το άσπρο κλουβί στο σχήμα της καρδιάς’

Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2007

Λίγα λόγια ακόμα 'Του έρωτα και του αντιέρωτα'


Αφορμή για να γράψω αυτήν την ιστορία στάθηκε το ένθετο ενός περιοδικού που έπεσε στα χέρια μου τον Αύγουστο του 2006, όταν ήμουν διακοπές σε ένα νησί. Πρέπει να υπάρχει κάποιο χρονολογικό μπέρδεμα στο μυαλό μου γιατί το περιοδικό αυτό, το ‘Science Illustrated’, τώρα που ξεφυλλίζω το ένθετο βλέπω πως κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο εκείνου του έτους, και όχι τον Αύγουστο. Όπως και να ‘χει, το ένθετο ήταν αφιερωμένο, με ένα εκτενέστατο ρεπορτάζ, στην επιστημονική προσπάθεια να εξηγήσει γιατί ένας άνθρωπος έλκει κάποιον άλλον.
Η ενεργοποίηση του εγκεφάλου μέσω των αισθήσεων (και κυρίως της όρασης), η μεταβίβαση των ερεθισμάτων στον υποθάλαμο που εμπλέκεται στα συναισθήματα, η έκκριση ορμονών, νοραδρεναλίνη, ντοπαμίνη και άλλων, η περιγραφή της ερωτικής έλξης ως βιοχημική διαδικασία, είναι μόνο από τα λίγα που αναφέρονται στο συγκεκριμένο άρθρο. Σε ένα ακόμα περιοδικό, που όσο κι αν σπάω το κεφάλι μου δεν μπορώ να θυμηθώ ποιο είναι, ούτε και το βρίσκω πια, διάβασα και για τις εξισώσεις που επίσης αναφέρω. Δεν πρόκειται δηλαδή για δικό μου εύρημα ούτε όσο αφορά αυτές.
Το αν είναι αλήθεια όλα αυτά δεν μπορώ να το πω, καθώς δεν είμαι ούτε επιστήμονας ούτε ερευνητής. Είναι όμως σίγουρο πως ο έρωτας είναι εγκεφαλική διαδικασία, και σε αυτό πιστεύω πως οι περισσότεροι θα συμφωνήσουν μαζί μου. Όπως επίσης είμαι πεπεισμένος και για την προσπάθεια που καταβάλλουν οι επιστήμονες, τίποτα δεν με εκπλήσσει στις μέρες μας. Τα στοιχεία πάντως που παρέθεταν τα δύο αυτά περιοδικά ήταν η βάση για να στηρίξω την αληθοφάνεια της ιστορίας. Αυτή όμως, οφείλει να πείσει για τον μυθοπλαστικό της κόσμο, και όχι να τον αποδείξει.
Αν και προσπάθησα να μείνω πιστός στα όσα διάβασα, πρέπει να παραδεχτώ – και να τονίσω - πως προτεραιότητα μου ήταν να τα χρησιμοποιήσω με τρόπο που να εξυπηρετεί την ιστορία μου, καθώς ήθελα να δώσω σε αυτήν μια καθαρά συναισθηματική διάσταση, όχι σεξουαλική. Ο στόχος της ήταν να επικεντρωθεί στην επιστημονική επέμβαση στα συναισθήματα του ανθρώπου.
Για να το καταφέρω αυτό, επειδή το τοπίο είναι αρκετά θαμπό, αναγκάστηκα να κάνω μια παραδοχή: ότι η σεξουαλική επιθυμία είναι μια ιδιότητα του έρωτα, και όχι ταυτόσημη με αυτόν, καθώς αυτός εμπεριέχει και ένα πλήθος άλλων χαρακτηριστικών, και πάνω από όλα συναισθήματα. Σε άλλους αυτό μπορεί να ακούγεται ευνόητο, σε άλλους όχι. Σωστό ή λάθος, αυτό βρίσκεται στην κρίση του καθενός, καθώς και στα εγχειρίδια των επιστημόνων.
Την ιστορία την έγραψα τελικά τον Νοέμβριο του 2006 και η συγγραφή της διήρκησε περίπου ένα μήνα, αν κι ακόμα και σήμερα της κάνω διορθώσεις. Την ολοκλήρωσα στέλνοντας την σε συνέχειες σε μια πολύ καλή μου φίλη, που την διάβαζε και μου έλεγε κάθε φορά την άποψη της.
Σε αυτήν την ιστορία υπάρχουν μόνο συναισθήματα, επιλογές και αποφάσεις ανθρώπων που αντιμετωπίζουν τα προβλήματα τους σύμφωνα με τις δυνατότητες του κόσμου τους. Και επειδή ακριβώς βασίζεται σε επιλογές και στο πως αυτές πάρθηκαν, έκρινα σκόπιμο να δώσω μία λυρικότητα στη αφήγηση των ηρώων, προσπαθώντας να αναδείξω την συναισθηματική τους φόρτιση και τις σκέψεις που τους οδήγησαν στις αποφάσεις. Ο διαχωρισμός των ενοτήτων έγινε έτσι ώστε να μοιράσω τον χρόνο συμμετοχής μεταξύ τους και να προχωρώ την εξέλιξη μέσω καθενός από αυτούς, αλλά ταυτόχρονα και από την δική του οπτική γωνία.
Ο τίτλος της ιστορίας ‘Του έρωτα και του αντιέρωτα’ δεν μπορώ να πω πως με ικανοποιεί πλήρως, τον βρίσκω κάπως ‘πομπώδη’ και τετριμμένο. Ωστόσο, ότι άλλο κι αν σκέφτηκα, ήταν ο μόνος τίτλος που στόχευε κατευθείαν στην καρδιά της ιστορίας. Αφαίρεσα απλά τις λέξεις ‘Τα χάπια’ από την αρχή της φράσης, ώστε να μην φανερώσω τόσο νωρίς το τι ακριβώς διαπραγματεύεται.
Δεν θα πάρω θέση αν η ύπαρξη τέτοιων χαπιών είναι κακή ή όχι. Παρά το δυσάρεστο της συγκεκριμένης ιστορίας που έγραψα, μπορώ να φανταστώ πολλές διαφορετικές εκδοχές της, με καλύτερο τέλος. Παρόλα αυτά, δεν κρύβω μια κοινή νομίζω ανησυχία για την φιλοδοξία μας να εισχωρήσουμε σε περιοχές που ίσως είναι καλύτερα να αφήσουμε απάτητες, αλλά και για τον τρόπο που εκμεταλλευόμαστε τις ανακαλύψεις μας. Μέχρι τώρα, είναι φανερό πως δεν έχουμε καταφέρει να αποβάλλουμε την κακή τους εκμετάλλευση.
Τέλος, σε μερικούς παλαιότερους, η ανάγνωση της ιστορίας μπορεί να τους φέρει στο νου την φράση από εκείνο το παλιό λαϊκό τραγουδάκι: «ένα χάπι, ένα χάπι, να γιατρεύει την αγάπη». Σε εκείνα τα χρόνια όμως, εγώ τουλάχιστον, έβρισκα την ιδέα διασκεδαστική. Τώρα πια, όχι και τόσο.

Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2007

Στιγμές; Φαγιούμ; Τι είναι αυτά;


ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΑΚΟΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΔΙΗΓΗΜΑΤΩΝ

Ένα από τα πολλά που δεν έχω καταλάβει μέχρι τώρα στην λογοτεχνία είναι το γιατί δεν υπάρχουν συγκεκριμένες κατηγοριοποιήσεις διηγημάτων (και όχι μόνο εκεί φυσικά). Το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι τα προσδιορίσεις περιγραφικά ή να τα κατατάξεις σύμφωνα με ορισμένα πρότυπα που εισήγαγαν συγκεκριμένοι λογοτέχνες, στα πρότυπα ενός Χέμινγουεϊ για παράδειγμα, ή στα πρότυπα ενός Τζέιμς Τζόυς.
Η αφορμή για να γράψω τον παραπάνω προβληματισμό ήταν η ανάγκη κατηγοριοποίησης των διηγημάτων που ανεβάζω στο blog μου. Καθώς περνά ο καιρός και ανεβάζω όλο και περισσότερα, αυτό γίνεται υποχρεωτικό, καθώς θέλω ο αναγνώστης που διαβάζει κάτι που του αρέσει, να διαλέγει την κατηγορία του για να διαβάζει παρόμοια κείμενα. Εξάλλου, από τις λίγες ιστορίες που έχω ανεβάσει μέχρι στιγμής, είναι ήδη φανερή η ομοιομορφία μεταξύ κάποιων από αυτών και η ανομοιομορφία μεταξύ κάποιων άλλων. Πως μπορώ για παράδειγμα να βάλω κάτω από την ίδια γενική κατηγορία ‘Διηγήματα’ τα κείμενα ‘Τα βήματα της καμήλας’ και ‘Το Ασανσέρ’;
Το μόνο που μπορώ να κάνω, είναι να χρησιμοποιήσω κατηγορίες και να τους δώσω κάποιους τίτλους, όπως ο τίτλος μιας συλλογής, αντί να προσπαθήσω να τις βαπτίσω ανεπιτυχώς βάση των χαρακτηριστικών τους.
Στο σκληρό δίσκο του υπολογιστή μου βρίσκονται ήδη αρκετά κείμενα. Για να μπορώ να τα επεξεργάζομαι καλύτερα, τα έχω χωρίσει σε ομάδες διηγημάτων που έχουν κάποια κοινά στοιχεία μεταξύ τους. Αυτήν την κατηγοριοποίηση θα χρησιμοποιήσω κι εδώ, μόνο που μέχρι στιγμής είναι ξεκάθαρη μόνο για μένα, όχι για τον αναγνώστη. Ήδη έχουν φανεί δύο από αυτές τις κατηγορίες, οι ‘Στιγμές’ και ‘Φαγιούμ’. Ας πω λοιπόν δυο λόγια τι περίπου να περιμένουν οι αναγνώστες διαβάζοντας τα διηγήματα αυτών των κατηγοριών.
Οι ‘Στιγμές’ είναι λιλιπούτεια κείμενα που, τόσο ώς προς το μέγεθος όσο και θεματικά, ασχολούνται με μια στιγμή. Αυτή η στιγμή μπορεί να είναι οτιδήποτε, ένα συναίσθημα, μια εμπειρία, ένα μήνυμα. Μπορεί να είναι ακόμα και μια στιγμή που κρατά είκοσι πέντε χρόνια, όπως στο διήγημα ‘Στο παγκάκι που έκατσε’. Το μικροσκοπικό μέγεθος όμως των κειμένων αυτής της κατηγορίας θα παραμένει.
Ο τίτλος ‘Φαγιούμ’ είναι δανεισμένος από τον τίτλο που έδωσα στην μοναδική συλλογή με διηγήματα που έχω ολοκληρώσει έως τώρα. Οι ιστορίες αυτής της κατηγορίας είναι αρκετά μεγάλες, θα μπορούσαν, ίσως, να χαρακτηριστούν και νουβέλες, δεν ξέρω. Τις αποκαλώ ιστορίες για να έχω το κεφάλι μου ήσυχο. Το πιο βασικό χαρακτηριστικό τους είναι πως η πλοκή τους φιλοδοξεί να οδηγήσει τον αναγνώστη σε παραπάνω από μία εκπλήξεις ή ανατροπές στην διάρκεια της αφήγησης τους, μάλλον αντίθετα δηλαδή απ’ ότι συνηθίζεται σε ένα σύγχρονο διήγημα ή αυτό που αποκαλείτε ‘φέτα ζωής’. Οι αρχές τους βασίζονται περισσότερο σε παλαιότερα πρότυπα.
Η υπόθεση τους είναι φανταστική, πρόκειται δηλαδή για μυθοπλασίες. Ο χώρος, αν και ενδεχομένως ανώνυμος, προσπαθεί να γίνει διακριτός, οι ‘εικόνες’ παίζουν σημαντικό ρόλο και γενικότερα, οι τεχνικές αφήγησης δανείζονται περισσότερο αυτές του κινηματογράφου παρά της λογοτεχνίας. Θα δίνω περισσότερες λεπτομέρειες για καθεμία ιστορία ξεχωριστά καθώς τις ανεβάζω, με ‘Λίγα λόγια ακόμα’.
Η τελευταία κατηγορία, τα ‘Ανυπότακτα’, είναι φυσικά ότι δεν μπόρεσα να εντάξω σε μια κατηγορία, ή δεν έχω άλλα διηγήματα παρόμοια με αυτά ώστε να τα μαζέψω σε μία ομάδα. Ή δεν έχω κάποια καλύτερη ιδέα τέλος πάντων.
Κάθε φορά που θα ανεβάζω κάποια καινούργια κατηγορία, θα δίνω και μερικές εξηγήσεις εδώ περί τίνος πρόκειται. Θα ήθελα επίσης, αν κάποιος γνωρίζει κάτι περισσότερο για τις κατηγοριοποιήσεις των διηγημάτων και πως αυτές διαχειρίζονται στους φιλολογικούς κύκλους ή στον ευρύτερο χώρο της λογοτεχνίας, να με διαφωτίσει.

Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2007

Λίγα λόγια ακόμα για 'Τα βήματα της καμήλας'


Το διήγημα αυτό είναι η προσπάθεια να αποτυπώσω με λέξεις την εμπειρία μου και τα συναισθήματα που ένοιωσα στην έρημο της Τυνησίας, τον Απρίλιο του 2007. Φυσικά, σε σύγκριση με την ίδια την εμπειρία και τον λυρικό πλουραλισμό της, κάθε απόπειρα συγγραφής της δεν είναι παρά μια ασπρόμαυρη φωτογραφία.
Ξεκίνησα να το γράφω την επομένη της ημέρας που αποχωρήσαμε από την Ντούς, την μικρή αυτή πόλη όπου στην πόρτα της, από την νότια πλευρά, ξεκινά η Σαχάρα. Επόμενος προορισμός μας ήταν η Χαμαμέτ, αρκετά βορειότερα, όπου και το απόγευμα στο ξενοδοχείο άρχισα να κρατάω τις πρώτες σημειώσεις στο μπλοκάκι μου.
Το ολοκλήρωσα έξι εφτά ημέρες αργότερα, όταν πια είχα επιστρέψει στην Ελλάδα, και, για ένα τόσο μικρό κείμενο, οι ώρες που ξόδεψα φάνταζαν δυσανάλογες. Δεν θα κρίνω φυσικά το τελικό αποτέλεσμα. Είμαι της άποψης πως κάποιος που γράφει, διαβάζει, διορθώνει, και μετά ξαναγράφει, ξαναδιαβάζει και ξαναδιορθώνει, αμέτρητες φορές ο ίδιος κοπιώδης κύκλος, τελικά χάνει την αίσθηση του τελικού αποτελέσματος. Όπως και όταν προφέρεις μια λέξη συνέχεια, ώσπου αυτή στο τέλος αποκτά μια άλλη διάσταση και μια διαφορετική μορφή.
Η αρχιτεκτονική του κειμένου έχει στηριχτεί σε δύο ‘δομές’ (αν χρησιμοποιώ τους σωστούς όρους) τους οποίους ακολούθησα αυστηρά όσο το έγραφα. Για να τις εξηγήσω καλύτερα, αναφέρω πως το κείμενο αποτελείται από πέντε παραγράφους, εκ των οποίων, η τελευταία είναι ο επίλογος, το συμπέρασμα.
Η πρώτη ‘δομή’, ‘τεχνική’ αν θέλετε, στηρίζεται στην σταδιακή μεταβίβαση από την μια παράγραφο στην άλλη. Για να το πετύχω (αν το πέτυχα), κάθε παράγραφος στηρίζεται στο βασικό αντικείμενο της προηγούμενης ώστε, προοδευτικά, να καταλήξει σε ένα άλλο αντικείμενο και στο οποίο θα βασιστεί η επόμενη.
Πιο αναλυτικά, η πρώτη παράγραφος αναφέρεται στον άνεμο, η δεύτερη ξεκινά αναφερόμενη σε αυτόν, με ‘το πέρασμα του’, και καταλήγει με αντικείμενο ‘το πέπλο από άμμο’. Η τρίτη βασίζεται σε αυτό το «χαλί το φτιαγμένο από άμμο και αιθέρα» (παρόλο που ξεκινά με την λέξη ‘καμήλες’) και καταλήγει με αντικείμενο ‘τις σκέψεις’. Η τέταρτη ξεκινά αναφερόμενες σε ‘αυτές’ τις σκέψεις και είναι η μόνη παράγραφος που συνεχίζει με το ίδιο αντικείμενο στην επόμενη, γιατί η τελευταία είναι και στην ουσία ο επίλογος.
Η δεύτερη ‘δομή’ είναι ένα είδος εξίσωσης. Οι τέσσερις πρώτες παράγραφοι εισάγουν η καθεμία από ένα στοιχείο, τα οποία κατά σειρά είναι τα εξής: ο άνεμος, το αμμουδένιο πέπλο, τα βήματα της καμήλας που χάνονται στο πέπλο, και τελικά οι σκέψεις. Στην τελευταία παράγραφο, τα τέσσερα αυτά στοιχεία συγκεντρώνονται και συγκρίνονται μεταξύ τους, οδηγώντας στο τελικό συμπέρασμα που θέλω να καταλήξω.

Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2007

Αλυσίδες επιδράσεων


Ο επηρεασμός των συγγραφέων από άλλους και η επίδραση στο έργο τους, είναι κατά πάσα πιθανότητα θέμα διατριβής σε φιλολογικές σχολές – και όχι μόνο. Μιας και δεν ανήκω σε αυτόν τον χώρο, ούτε και είμαι κάποιος κριτικός ή δημοσιογράφος, μπορώ μόνο να παραθέσω κάτι που παρατήρησα διαβάζοντας κάποια συγκεκριμένα βιβλία, χωρίς όμως να εκφράσω πραγματικά άποψη. Κι αυτό, γιατί θεωρώ τις γνώσεις μου λίγες σε σχέση με αυτές των ειδικών αλλά και γιατί, ενδεχομένως, στα όσα θα παραθέσω, ίσως να αγνοώ βασικές πληροφορίες.
Φαίνεται όμως πως στον αχανή όγκο της λογοτεχνίας, είναι δυνατόν ακόμα και ένας απλός αναγνώστης να πέσει τυχαία επάνω σε μια διαδοχική σειρά τέτοιων επιδράσεων, αρκεί να διαβάσει τα κατάλληλα βιβλία. Φυσικά, δεν εννοώ τις λογοτεχνικές επιδράσεις ενός συγγραφέα πάνω σε ολόκληρο το έργο κάποιου άλλου, ούτε στο ύφος, ούτε στην γραφή, ούτε στην φιλοσοφία του. Αναφέρομαι σε κάποιο μικρό ‘σημείο’, μια πρόταση, ένα θέμα, που συνήθως μας μένει σαν δημιούργημα του συγγραφέα που το διαβάσαμε, ενώ δεν είναι καθόλου έτσι. Αντίθετα, αυτό το ‘σημείο’ έχει γραφεί νωρίτερα από κάποιον άλλον, που το έργο του έχει διαβαστεί από τον συγγραφέα που το επαναλαμβάνει (το ‘σημείο’). Κάποιες φορές μάλιστα, το ‘σημείο’ αυτό ενδεχομένως να έχει αναφερθεί ακόμα πιο παλιά, από ένα τρίτο συγγραφέα, που το έργο του το διάβασε ο δεύτερος, κοκ, δημιουργώντας έτσι μια μικρή ‘αλυσίδα’.
Τις αλυσίδες που εγώ πέτυχα συμπτωματικά τις παραθέτω εδώ, μιας και δεν έχω δει να αναφέρονται κάπου αλλού. Αν κάνω λάθος, ή αγνοώ κάποια πράγματα που διαφωτίζουν περισσότερο την κατάσταση, περιμένω όποιον ξέρει κάτι παραπάνω να με διορθώσει, ή να με συμπληρώσει.
Θα ξεκινήσω λοιπόν με την πιο γνωστή φράση του Κοέλο (ή Κουέλου που πιο σωστό, αλλά άντε να το προφέρεις):

«Όταν επιδιώξεις κάτι, όλο το σύμπαν συνωμοτεί για να γίνει όπως επιθυμείς.»

που έχει γραφεί στο βιβλίο του «Ο αλχημιστής» (εκδόσεις ‘Λιβάνης’, 1996). Αυτό το διάσημο πια ‘τσιτάτο’ έχει γίνει σχεδόν ταυτόσημο με τον συγγραφέα του, θα μπορούσε μάλιστα να είναι και η λεζάντα που συνοδεύει την φωτογραφία του. Όμως, αυτή η φράση δεν ήταν ακριβώς δικιά του έμπνευση, οι ρίζες της βρίσκονται αλλού.
Στην εισαγωγή του βιβλίου ‘Ο αλχημιστής’, ο συγγραφέας του αναφέρεται μεταξύ άλλων και στον Μπόρχες, φανερώνοντας έτσι πως γνωρίζει το έργο του αλλά ταυτόχρονα δείχνοντας και μια εκτίμηση σε αυτό. Ανατρέχοντας λοιπόν στο έργο του Μπόρχες – στον οποίο τρέφω ιδιαίτερο θαυμασμό-, και ειδικότερα στο διήγημα ‘Ο νεκρός’ από το βιβλίο ‘Το Άλεφ’ (‘Χόρχε Λούις Μπόρχες, Άπαντα πεζά’, εκδόσεις ‘Ελληνικά γράμματα’, 2005), βρίσκει κανείς την φράση

«Το σύμπαν δείχνει να συνωμοτεί μαζί του, και επιταχύνει τα γεγονότα.»

Για όσους δεν έχουν διαβάσει το διήγημα ‘Ο νεκρός’, ο πρωταγωνιστής Οτάλορα προσπαθεί να πάρει την θέση του αρχηγού στην συμμορία που ανήκει, παραμερίζοντας τον ήδη αρχηγό Μπαντέιρα. Η συγκεκριμένη φράση τονίζει στο διήγημα πως τα πάντα εξελίσσονται ευνοϊκά στον Οτάλορα, ώστε να πετύχει τον στόχο του. Την παρέθεσα ολόκληρη ώστε να φανεί πως ο συνδυασμός των λέξεων ‘σύμπαν’ και ‘συνωμοσία’ στην ίδια πρόταση έχει το ίδιο νόημα με το νόημα που τους αποδίδει και στην πρόταση του ο Κοέλο. Απλά, στην ιστορία του Μπόρχες, ‘το σύμπαν συνωμοτεί’ μόνο μια φορά, για λογαριασμό του ήρωα του, ενώ στην ιστορία του Κοέλο, αυτό γενικεύεται και γίνεται κανόνας.
Θέλω να διευκρινίσω εδώ πως ούτε κρίνω ούτε κατακρίνω, απλά παραθέτω αυτό που παρατήρησα. Το αν κάποιος συγγραφέας χρησιμοποιεί φράσεις δικές του ή άλλων, συνειδητά ή ασυνείδητα, ή τις αναδιατυπώνει, είναι καθαρά επιλογή του. Εξάλλου, σύμφωνα με ένα άλλο διήγημα του Μπόρχες, τα πάντα έχουν ήδη γραφεί. Αλλά θα ήθελα να γίνει φανερή η πραγματική πατρότητα της συγκεκριμένης φράσης, διατηρώντας μόνο μια μικρή επιφύλαξη: την πιστότητα της μετάφρασης από τα αυθεντικά κείμενα στα ελληνικά (αν και δεν πιστεύω πως έχει γίνει κακή δουλειά).
Το ότι ο Κοέλο έχει διαβάσει Μπόρχες δεν χωρά αμφιβολία. Κι αυτό, γιατί το βιβλίο του ‘Ζαχίρ’, όπως και ο ίδιος ο Κοέλο αναφέρει στην εισαγωγή, έχει δανειστεί το όνομα του από την ομώνυμη ιστορία του Μπόρχες ‘Το ζαΐρ’, που βρίσκεται επίσης στο βιβλίο ‘Το Άλεφ’. Οι λέξεις ζαχίρ και ζαΐρ είναι ίδιες, πρόκειται για την απόδοση στα ελληνικά της λέξης Zahir, προφέροντας το ‘h’ σαν ‘χ’. Και στις δύο περιπτώσεις, αφορά την ανυπόφορη εμμονή ενός ανθρώπου σε κάτι. Στο βιβλίο τού Κοέλο, πρόκειται για την εμμονή που έχει ο ήρωας με την γυναίκα του. Στην ιστορία του Μπόρχες, εμμονή έχει ο πρωταγωνιστής του με ένα συγκεκριμένο αντικείμενο: ένα νόμισμα.
Η ιδιαιτερότητα αυτής την εμμονής είναι ότι είναι απόλυτη, ο ήρωας δηλαδή δεν μπορεί να την βγάλει από το μυαλό του με κανένα τρόπο. Ειδικά στην ιστορία του Μπόρχες, ο ήρωας του είναι κυριευμένος από την εικόνα και την ιδέα του νομίσματος, είναι καταδικασμένος να το βλέπει διαρκώς μπροστά του και να το σκέφτεται χωρίς διακοπή, καταντά υπόδουλος του και δεν μπορεί να συγκεντρωθεί σε τίποτα άλλο πέρα από αυτό.
Όμως, αυτή η φαινομενικά πρωτότυπη ιστορία δεν ξεκινά από εδώ, η αλυσίδα του Ζαΐρ έχει κι άλλο κρίκο προς τα πίσω. Ο Μπόρχες γνωρίζει καλά το έργο του Πόε (υπάρχουν και αναφορές σε αυτόν μέσα στους προλόγους ή επιλόγους των βιβλίων του Μπόρχες), τον έχει μάλιστα μεταφράσει και ο ίδιος στα ισπανικά.
Διαβάζοντας όμως κάποιος τα διηγήματα του Πόε, δεν μπορεί να μην προσέξει την θεματική ομοιότητα της ιστορίας του Μπόρχες με την ιστορία του Πόε, ‘Βερενίκη’ (γράφτηκε το 1835, αν οι πληροφορίες που βρήκα στο ίντερνετ είναι σωστές). Μόνο που αυτή τη φορά, η απόλυτη και ακριβώς ίδια εμμονή του ήρωα εστιάζει σε ένα διαφορετικό αντικείμενο: τα δόντια της καλής του!
Αυτό που μου προκαλεί εντύπωση είναι πως ο Μπόρχες, στον επίλογο του βιβλίου του, αναφερόμενος στην ιστορία ‘Ζαΐρ’ γράφει πως σε αυτήν, «θαρρώ πως διαβλέπω κάποια επίδραση απ’ το αφήγημα του Ουέλς ‘The Cristal Egg’» δηλαδή δεν αναφέρει πουθενά τον Πόε! Ίσως να εννοεί πως η επίδραση αφορά τις τεχνικές συγγραφής ή κάτι άλλο, κι όχι το κυρίως θέμα της.
Αναφέρω επίσης πως η λέξη ‘Ζαΐρ’ είναι αραβική και σημαίνει ‘ορατός’, σύμφωνα με τα σχόλια των ‘Άπαντα Πεζά’ του Μπόρχες.
Όπως και να έχουν τα πράγματα, εδώ φαίνεται να κλείνει αυτή η αλυσίδα. Τα όσα έγραψα τα βρήκα διαβάζοντας στα ελληνικά τα βιβλία που προανάφερα (το διήγημα του Πόε το διάβασα στο βιβλίο ‘Αλλόκοτες ιστορίες’, εκδόσεις ‘Γράμματα’, 1979). Αγνοώ παντελώς τα κείμενα στην αυθεντική τους γλώσσα καθώς και οποιεσδήποτε συνεντεύξεις ή δηλώσεις ή οτιδήποτε άλλο των προαναφερθέντων συγγραφέων που μπορεί να αναφέρονται σε κάτι από τα προηγούμενα.
Είναι ευνόητο φυσικά πως τέτοιες αλυσίδες θα πρέπει να υπάρχουν αμέτρητες. Για παράδειγμα, είχα διαβάσει κάποτε και είχα σημειώσει μια φράση του Νίτσε:

«Αλίμονο, μόνο αυτός που ξέρει που πάει, ξέρει και ποιος άνεμος είναι ούριος και ευεργετικός γι’ αυτόν»

και αργότερα διάβασα κάπου αλλού την φράση:

«Δεν υπάρχει ευνοϊκός άνεμος αν δεν ξέρεις σε ποιο λιμάνι θέλεις να πας»

του Σενέκα, δηλαδή γραμμένη αιώνες πριν!

Η φράση του Νίτσε, αν θυμάμαι καλά, πρέπει να είναι από το βιβλίο ‘Τάδε έφη Ζαρατούστρα’. Σενέκα όμως δεν έχω διαβάσει, την φράση του την είχα πετύχει νομίζω σε κάποιο βιβλίο με αποφθέγματα, ή ήταν αναφορά μέσα σε κάποιο άλλο βιβλίο, ή σε κανά ένθετο εφημερίδας, δεν θυμάμαι, οπότε διατηρώ τις επιφυλάξεις μου.
Ακόμα πάντως κι είναι αλήθεια, αυτό δεν σημαίνει πως ο Νίτσε είχε διαβάσει απαραίτητα Σενέκα, μπορεί να πρόκειται όντως για μια δικιά του σκέψη, παρόμοια, μιας και τα μεγάλα πνεύματα συναντιούνται, και άρα να μην πρόκειται για μια αλυσίδα σαν αυτή που ανέφερα πιο πάνω.
Αλλά και στην αντίθετη περίπτωση, υπάρχουν κάποια πράγματα που αξίζει και πρέπει να γράφονται ξανά και ξανά, για να μην τα ξεχνάμε.
Όπως και να ‘χει, όποιος από σας γνωρίζει κάτι ακόμα, ή ξέρει κι άλλες τέτοιες ‘αλυσίδες’, μπορεί να μου το γράψει.
Εγώ πάντως, τα ίχνη του «Ζαχίρ» τα χάνω κάπου στα 1835...

Παρασκευή 5 Οκτωβρίου 2007

Διαγωνισμός της Π.Ε.Λ. για το 2007

Η Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών (Π.Ε.Λ.) προκηρύσσει τον 26ο Πανελλήνιο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό για το 2007. Την ανακοίνωση της την πέτυχα τυχαία στο booksinfo.gr, στο παρακάτω site

http://www.booksinfo.gr/booknews/press/2007/pel/index.html

Όποιος ενδιαφέρεται για συμμετοχή, να έχει υπόψιν πως η υποβολή έργων λήγει στις 31 Οκτωβρίου.